- περιστεροτροφία
- η разведение голубей
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
περιστεροτροφία — η, Ν εκτροφή περιστεριών για την οικονομική εκμετάλλευση τού κρέατος και τών φτερών τους ή για την εκπαίδευσή τους ως ταχυδρομικών. [ΕΤΥΜΟΛ. < περιστεροτρόφος. Η λ. μαρτυρείται από το 1891 στο περιοδικό Προμηθεύς] … Dictionary of Greek
περιστεροκομία — η, Ν η περιστεροτροφία. [ΕΤΥΜΟΛ. < περιστέρι + κομία (< κόμος < κομῶ «φροντίζω»), πρβλ. μελισσο κομία. Η λ. μαρτυρείται από το 1891 στο περιοδικό Προμηθεύς] … Dictionary of Greek